Του Π. Μπάρκα
Στις φετινές εκδηλώσεις του ΌΧΙ
στο Βουλιαράτι, όπου διεξάγονται οι επίσημες εορταστικές εκδηλώσεις του έπους
του 40, μεταξύ των εκπροσώπων από Ελλάδα, παρευρέθηκαν για πρώτη φορά
αντιπροσωπείες σε επίπεδο βουλευτών του ΣΥ.ΡΙ.Ζα
και της Χρυσής Αυγής.
Δεν θα ασχοληθώ με την παρουσία
του πρώτου πολιτικού φορέα. Οφείλεται στο γεγονός ότι ο «πατριωτισμός» του
ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ, σε σχέση με το έπος του 40, άλλο τόσο προς τον Βορειοηπειρωτικό Ελληνισμό, έχει εκδηλωθεί περισσότερο ως
άρνηση.
Σε εντελώς άλλο άκρο στέκει η
Χρυσή Αυγή. Τα μέλη της αντιπροσωπείας της στο Βουλιαράτη έδειχναν ανοιχτά την
αρχηγό - κεντρική τους συμπεριφορά. Συσπειρώνονταν γύρω από τον επικεφαλή σε
σχήμα προστασίας του, δείχνοντας, από επιφύλαξη μέχρι φόβο από το περιβάλλον,
το οποίο ήταν αποκλειστικά ελληνικό. Το όλο σκηνικό ταίριαζε στη
Βορειοηπειρώτικη νοοτροπία. Ξεκινώντας από τα δηλωμένα της Χρυσής Αυγής,
αρκετοί Έλληνες βορειοηπειρώτες την αντιμετωπίζουν ως προστάτιδα. (Γενικώς,
αορίστως, συναισθηματικά και χωρίς επιχειρήματα). Στην ουσία, στο Βουλιαράτι
απόφευγαν να το δείξουν, ούτε ανοιχτά, ούτε με τρόπο. (!!!)
Ακριβώς στη σχέση αυτή στηρίζεται η ανάλυσή μας.
Είναι γεγονός ότι τόσο ο ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ όσο και η
Χρυσή Αυγή απόχτησαν κοινωνική και πολιτική ισχύ στην Ελλάδα, λόγω της κρίσης,
η έξοδο από την οποία, σε ελληνικό επίπεδο, απαιτεί για μια ακόμα φορά την
ιστορική συνιστώσα λύτρωσης του Ελληνικού Γένους και έθνους που είναι οι
μεγάλες ιδέες που οδηγούν στο συλλογικό πατριωτισμό μέχρι την ύψιστη θυσία.
Τα δύο αυτά χαρακτηριστικά έχουν από την αρχαιότητα, το γνωστό λίκνο της
Ηπείρου, που είχε συνεχώς τη ευπρέπεια και χάρη να προσφέρεται στο Γένος
«γράμματα, γρόσια και άρματα» Γεγονός είναι ότι ο πολιτικός βίος της Ελλάδας
των τελευταίων δεκαετιών, καταπιάστηκε από το αντίστροφο βυζαντινό, δλδ «δόσμα
της ψυχής, σώσμα του χεριού» και οδηγηθήκαμε στη βαθιά αυτή κρίση. Τόσο το
χειρότερο όταν το πολιτικό κατεστημένο άμεσα υπεύθυνο για την κρίση, όχι μόνο
δεν ανοίγει δρόμο, παρά τη λαϊκή ετυμηγορία, αλλά συνεχίζει, σε μεγάλο βαθμό,
να επιβάλλεται με την ίδια νοοτροπία, εμποδίζοντας κάθε προσπάθεια
απελευθέρωσης θετικών δυνάμεων του γνωστού ελληνικού πατριωτισμού, ή
εγκλωβίζοντας την όλη υπόθεση της κρίσης σε οικονομικές συνιστώσες,
διακυβεύοντας, την εθνική και κοινωνική.
Το κενό αυτό έρχεται να καλύψει,
από την μια ο ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ και από την άλλη η Χρυσή Αυγή. Ο ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ ως άρνηση των
οικονομικών μέτρων. Η Χρυσή Αυγή ως «εφήμερο πατριωτισμό», δλδ χωρίς τις
μεγάλες ιδέες και τη συμπαράσταση του ελληνικού πνεύματος που θα ενέπνεαν τις
αστέρευτες λαϊκές ενέργειες, με συνέπεια να της προσάπτουν, κακώς για μένα,
ετικέτες ναζί ή νεοναζί. Το γεγονός σημαίνει ότι αν σήμερα στο κλίμα κρίσης και
σήψης, έχει απήχηση που μεταφράζεται σε πολιτική λαϊκή στήριξη, την επόμενη,
μπορεί να φέρει αντίστροφα αποτελέσματα. Τόσο πιο υπεύθυνα τίθεται το ζήτημα αν
έχουμε υπόψη ότι η ισχύ της Χρυσής Αυγής κινείται στο χώρο του εθνικού
ελληνικού πατριωτισμού, χώρος ο οποίος έχει μείνει επικίνδυνα κενός. Συνεπώς, η
Χρυσή Αυγή, εγκυμονεί τον κίνδυνο ώστε αύριο να κατηγορηθεί, από πολιτικούς και
κοινωνικούς παράγοντες ότι εμπόδισε «τις μεγάλες ιδέες» πατριωτισμού, που
σημαίνει ότι οι πραγματικοί υπαίτιοι του επικίνδυνου παιγνιδιού σε βάρος του
έθνους να τη βγάλουν καθαρή.
Μια από τις συνιστώσες του πατριωτισμού στη Χρυσή Αυγή είναι και η
συνιστώσα του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού.
Να ξεκαθαρίσω τη θέση μου. Κάθε
θετική και πραγματική υποστήριξη του βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού, της παρούσα
κοινότητας και της διαχρονικής του ιστορίας και πολιτισμού, είναι ευπρόσδεχτη,
απ΄ όπου και αν προέρχεται. Τόσο το περισσότερο, όταν τα τελευταία 20 χρόνια η
αντιμετώπισή του βορειοηπειρωτικού ελληνισμού, ήταν εφήμερη, με αυθορμητισμό,
κινήθηκε από τα κλισέ στα ταμπού και γενικώς τέθηκε σε εξάρτηση και υπηρεσία
επίλυσης οικονομικών συμφερόντων ελληνικών κύκλων, ή και για την κάλυψη μαύρων
τρυπών από ελληνικούς παράγοντες.
Είναι αυτός ο λόγος που ο
Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός στρέφεται υπέρ του κάθε υποστηρικτή που προβάλλει
στο προσκήνιο. Στην προκειμένη περίπτωση προς τη Χρυσή Αυγή.
Εδώ ακριβώς έγκειται και ο
κίνδυνος. Ο Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός, ταλαιπωρημένος στην ελπίδα της
σωτηρίας από τη μάνα Ελλάδα, δεν μπόρεσε να γνωρίσει τον εαυτόν του, να
προσέξει, εντοπίσει και προβάλλει τη σημασία του, την ιστορία και πολιτισμό που
διαχρονικά κουβαλάει, να αρθρώσει πολιτικό και εθνικό λόγο, να διεκδικήσει
δικαιώματα και εφαρμογή στην πράξη των υποχρεώσεων από το εθνικό κέντρο. Απεναντίας, μετατράπηκε
σε ασήμαντες μονάδες φορώντας και φωνάζοντας το κραυγαλέο «ήμαστε
βορειοηπειρώτες» (χωρίς να γνωρίζει τη εστί αυτό). Ως άτομα και όχι ως
κοινοτικό σύνολο, επιδίωξαν την
αυθόρμητη ένταξη στην ελληνική κοινωνία, περνώντας από την ταυτότητα του
ανώνυμου πλήθους σε εκείνη της διπλής υπηκοότητας και τώρα που ξανά διαπιστώνει
ότι στις πλάτες τους έπεσε τριπλά η κρίση (ως βορειοηπειρώτης σε σχέση με τον
εαυτόν του, σε σχέση με την Ελλάδα και πιο επικίνδυνα σε σχέση με το αλβανικό
στοιχείο), αναζητά καταφύγιο στη στήριξη της Χρυσής Αυγής.
Είναι ασφαλώς θετικό, που το θέμα του ελληνισμού της Βορείου Ηπείρου, αποχτά διάσταση εν΄ μέσω κρίσης στην Ελλάδα. Αλλά όχι με
λαϊκισμό ή με φολκλορισμό. Το Βορειοηπειρωτικό
ως ιστορικά αναπόσπαστο μέρος της Ηπείρου, φέρει το βάρος
καλλιέργειας μεγάλων ιδεών,
πολιτισμού, πατριωτισμού και αγώνων για το έθνος. Συν αυτή
τη συνιστώσα, ακόμα και η
πρόσφατη 20-χρονη
περίοδος έχει αποδείξει ότι αποτελεί το βασικό παράγοντα
εθνο-πολιτιστικών και κοινωνικών ισορροπιών στο Νότο της Αλβανίας και
διαρρυθμιστικός παράγοντας στις ελληνο-αλβανικές σχέσεις, κάτι το οποίο στο
μέλλον, απ΄ ότι όλα δείχνουν θα αποχτήσει ιδιάζουσα σημασία.
Ακριβώς όμως εδώ θα πρέπει να
προσέξουμε. Ο αυθορμητισμός και ο λαϊκισμός δεν έχει καμιά σχέση με
γεωστρατηγικά θέματα εξαιρετικής σημασίας.
Επίσης. Πρώτο. Σε περίπτωση που δεν έχεις ένα πολιτικό όραμα για ένα
λεπτό και περιπλεγμένο εθνικό θέμα, καλύτερα κάνε υπομονή, παρά να
εγείρεις ξεπερασμένες λύσεις όσο σωστές
και αν ήταν στην εποχή τους. Έτσι λοιπόν, αν εγερθεί και διεκδικηθεί στις
σημερινές καταστάσεις, ατόφιο (τόσο το χειρότερο συνθηματολογικά) το πακέτο της
αυτονομίας του 1914, αν εμείς δεν μπορέσουμε να διαρρυθμίσουμε τα ιστορικά μας
κεκτημένα στις σημερινές καταστάσεις και εξελίξεις ένταξης και
παγκοσμιοποίησης, είναι σίγουρο που θα είμαστε εκτός τόπου και χρόνου και η Ευρώπη και οι διεθνείς οργανισμοί θα μας
έρθουν καταπάνω μας και θα μας ξεράσουν.
Εντούτοις, Δεύτερο. είναι αποδεδειγμένο ότι κάθε προσπάθεια «εισαγωγής»
κούφιου και ανέπαφου εθνικισμού, χωρίς στόχους και προετοιμασίες, χωρίς διεργασίες και συντονισμό, χωρίς ιδέες, πατριώτες,
ηγέτες και πατριωτισμό, αντιστρέφεται σε ποινή και τιμωρία για τον ίδιο τον
βορειοηπειρωτικό ελληνισμό, μετατρέπεται σε λαβή από τον αλβανικό εθνικισμό να
πλήξει εθνικά την εθνική ελληνική μειονότητα. Το δοκιμάσαμε αυτό για πολλοστή
φορά αυτή την 20-ετία, το 1993-94-97 κλπ.
Συνεπώς, Τρίτο. κανείς δεν δικαιούται να εκδηλώσει τον εθνικισμό του,
όσο σωστός και δίκαιος κι αν είναι αυτός, όταν δεν πληρούνται οι απαιτούμενες
προϋποθέσεις. Τότε μετατρέπεται σε προβοκάτσια που μετατρέπει σε εύκολο θύμα
τον βορειοηπειρωτικό ελληνισμό. Το θέμα γίνεται πιο λεπτό και επικίνδυνο όταν
έχουμε υπόψη ότι ο αλβανικός εθνικισμός ως ανθελληνισμός είναι σε έξαρση. Όταν
ο ιστός ελληνισμού της εθνικής ελληνικής μειονότητας έχει εξαντληθεί και τα
αποθέματα αντίστασης είναι προς λήξη.
Επίσης, μοιραίο θα είναι το
λάθος, αν για να αποφύγουμε όποια βεβιασμένη κίνηση, ή για λογαριασμό άλλον
συμφερόντων, αποσιωπήσουμε το θέμα. Επικίνδυνη είναι και η θέση που λέει
ότι με την ένταξη της Αλβανίας στην
Ευρώπη θα λυθεί αυτομάτως και το Βορειοηπειρωτικό. Είναι επικίνδυνο διότι μέχρι
τότε δεν θα μείνει τίποτε όρθιο που να φανερώνει πως υπάρχει στην αλβανική
επικράτεια εθνική ελληνική μειονότητα. Αυτή η πραγματικότητα θα ανήκει τότε
στην ιστορία.
Τέταρτο και το πιο σημαντικό. Νομίζω όμως, ότι, τόσο η Χρυσή
Αυγή που ζητάει την πρωτοκαθεδρία στο εθνικό μας θέμα, όσο και η επίσημη Αθήνα
και άλλοι πολιτικοί φορείς, θα πρέπει πρωτίστως να ασχοληθούν σοβαρά με την
πολιτική ηγεσία του τόπου και σε
πρώτη γραμμή με εκείνη της ΟΜΟΝΟΙΑΣ-ΚΕΑΔ.
Οι σημαντικότερες νίκες ιστορικά επιτεύχτηκαν ή μέσω προδοσίας, ή μέσω πολλών
θυσιών. Στην περίπτωση της εθνικής ελληνικής μειονότητας η σημερινή διάλυση
οφείλεται στο «Δούρειο Ίππο», σε μορφή Πήλιου Γιούση, που αντιστοιχεί σε πρώτη γραμμή σ΄ αυτή την ηγεσία. Αυτή
μεθόδευσε και επέτρεψε να διαλυθούν τα σχολεία μας, αυτή δεν διεκδίκησε τις
περιουσίες μας αλλά επέτρεψε να ιδιωτικοποιηθούν, από αλλοεθνείς δήθεν πρώην
ιδιοκτήτες και από την Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Αλβανική Εκκλησία. Αυτή φέρνει τις
καίριες ευθύνες για την δημογραφική αλλοίωση των περιοχών με αμιγή ελληνικό
πληθυσμό. Με τη συμπεριφορά της καλλιέργησε
τη διάσπαση και εσωτερικό αλληλοσπαραγμό, την πολιτική και εθνική
ανηθικότητα, τις ανίερες συμμαχίες και πολιτικό ξεπούλημα στ΄ αλβανικά κόμματα
και συμφέροντα. Με εσκεμμένες επιπολαιότητες, ανθελληνικές συμπεριφορές και
προβοκατόρικες κινήσεις, έφερε σε παρακμή των ελληνισμό στη Χιμάρα. (Τώρα
καταπιάστηκε με την Κορυτσά).
Γενικώς υποβάθμισε το εθνικό μας
θέμα σε τέτοιο βαθμό που στην πρόσφατη έκθεση του Επιτρόπου για Διεύρυνση της
Ε. Ενωσης, Φυλε, για την προενταξιακή πορεία της Αλβανίας, αναφέρει μόνο δύο
σειρές για τον ελληνισμό της Αλβανίας και τα δικαιώματά του, την στιγμή που
έπρεπε να ήμασταν ο ρυθμιστικός παράγοντας.
Με το σκεπτικό αυτό νομίζω ότι
είναι ευπρόσδεκτη κάθε συμπαράσταση προς τον εθνικό μας θέμα. Διαφορετικά η
κατηφόρα στην οποία εισήρθαμε από χρόνια θα επισκεφτεί.
Παναγιώτης Μπάρκας
Για το Βόρειοηπειρώτη.
Αργυρόκαστρο 29.10.2012
1 comments:
Κι όμως σ´αυτο το τέλειο άρθρο δεν έγινε ούτε ένας σχολιασμός. Φαίνεται πως η φαρμακερη πένα του Πάνου πονεσε κ ενόχλησε τους πάντες ειδικά την παρέα της απάτης. Κάποτε τους προδότες η τους τουφεκιζαν η τους πετροβολουσαν, τους σημερινούς Πυλιο Γουσιδες πως θα τους αναμερισουμε;
Παναγιώτη νά´σσι καλα παλικάρι μου που μας ανοίγεις τα ματια
Δημοσίευση σχολίου